Τετάρτη, Αυγούστου 29, 2007

ΧΑΡΤΙΑ

Χαρτιά τράπουλας

Είναι μήπως σημαδεμένα;

Τα φύλλα πράσινα

Που δεν ξεσκίζει

(αυτός ο αρρωστιάρης αέρας)

ΣΤΟ ΔΑΣΟΣ

Παγωμένα χλωμό φως

Φέρνει τις κόρες σε φάση συστολής

Μια ολόγιομη Σελήνη

Κάνει τρελαμένους αέρηδες

Να περνούν από τους αυλούς της ψυχής μου

Εκεί στο βάθος ένα πλάσμα ξέφρενα χορεύει

Τι περίεργη που είναι η σκιά του;

(Δυο κέρατα, λες, και ξεφυτρώνουν απ’ το

κεφάλι του)

Τα δέντρα δεν αρκούν να φιλτράρουν

Την τραγίσια μυρουδιά που φτάνει ως εμένα

Κάθε βήμα μου προς το χορό

Με μεθά περισσότερο

Μα με τρομάζει κι άλλο τόσο

Μα με τρομάζει κι άλλο τόσο

ΑΝΤΙΟ ΚΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΑ ΨΑΡΙΑ




ΜΟΥΣΤΑΛΕΥΡΙΑ

Μουσταλευριά

Τρισδιάστατη

Πέταξα στα μούτρα

Ενός υπουργού

Δυο μήνες τώρα

Είμαι φυλακή

Έπρεπε να την βάλω

Σε φακελάκι;

ΣΕ ΜΙΑ ΤΡΙΧΑ

Σε μια τεντωμένη τρίχα

Στερέωσα τη γη ολόκληρη

Το πιο όμορφο

Μικρόβιο που ‘χω δει

Τροχίζω τα δόντια

Τροχίζω τα δόντια

Στην άκρη του φεγγαριού

Και σπίθες μπήγονται

Στα ακροδάχτυλά μου

Σπίθες που για λίγο

Το σκοτάδι ξύνουν

Πληγές με ασημένιο αίμα

Τις τρίχες απ’ το γυμνό κορμί μου

Καψαλίζουν

Πριν χαθούν

Χαράζοντας σύμβολα

Στο ιδρωμένο μέτωπό μου

Φωτιά στο κενό

Με μαύρη φλόγα

Παγωμένη


Παρασκευή, Ιουνίου 22, 2007

Μην ρίχνετε άλλο

Τζατζίκια

Στα τζιτζίκια

Αφήστε κάτι έξω

Απ’ τον πολιτισμό σας

ΕΝ ΠΛΩ

Μην προσβάλλεις τη Σιωπή

Υπάρχει μεγαλύτερο κενό

Απ’ αυτό που αφήνεις

Όταν απεγνωσμένα προσπαθείς

Να το γεμίσεις – να το στολίσεις

Με πλαστικά ψώνια

Και ξεπλυμένο έρωτα

Με διάφανα ηχοτόπια

Προσβάλλοντας κάθε σιωπή

Έι, ποιητή

Του εφήμερα άχρονου

Της ρετουσαρισμένης ηδονής

Μη δαγκώνεις το τραπέζι

Αλλού είναι η τροφή

Μη ματώνεις άλλο τα νύχια

Αυτό είναι βιτρίνα – δεν είναι κορμί

Τετάρτη, Μαρτίου 21, 2007

ΕΝΟΧΕΣ

Χαμόγελο διάτρητο από σιωπές

Του κενού άχρηστες ενοχές

Κυριακή, Μαρτίου 18, 2007

ΘΑΛΑΣΣΑ








ΤΟ ΨΑΡΙ

Το ψάρι που καπνίζει πίπα
Συνάντησα χθες βράδυ
Στο μπαρ του Τρελαμένου Κεραυνού

Ήταν ασημένιο, λαμπερό, σκεπτικό

Καφέ το κέρασα
Μιας κι είχε κόψει το αλκοόλ

Του μίλησα για μένα
Μέχρι που δάκρυσε
Και του ‘σβησε η πίπα

Ζήτησε δυο ποτήρια
Κι ένα μπουκάλι ρούμι
Μαύρο σαν τον καπνό